ΓΙΑΝΝΗ ΝΤΑΣΚΑ
Aντι προλόγου:
Ο εικονιζόμενος στο κότερο με τον Υπουργό Αδωνη,μεγαδημοσιογράφος,στο σημερινό του κείμενο (ΝΕΑ)γράφει μεταξύ άλλων και τα εξής επι λέξει:
“”…Τα Τέμπη είχαν μια σχετική επιτυχία επειδή άλλαξαν τη θεματολογία και έβαλαν ψυχοπονιά που αρέσει στον Ελληνα,αλλά…”κλπ κλπ
Επιτυχία τα…Τέμπη; Επιτυχία το αίμα και ο δραματικός θάνατος των “58”;Αδιανόητο;
Στο υπέροχο βιβλίο του “Αμαρτωλών Εκκλησία” ο π.Βαρνάβας Γιάγκος γράφει(σελ 132) και τα εξής:
“Ο Κύριος λοιπόν γιατί δεν διάλεξε τους σοφούς της θρησκείας της εποχής εκείνης και διάλεξε ως μαθητές του τους αγραμμάτους;Γιατί ήταν αγνοί άνθρωποι…Ηταν “καθαροί”…
Τια θα υπερηφανευόταν ο ψαράς;Αγράμματος ήταν.Πως έκανε θαύματα;Πως μιλούσε ξένες γλώσσες;Πως φώτιζε ανθρώπους;
Ετσι έλεγε ο ψαράς:”τίποτα δεν είναι δικό μου.Ολα είναι του Θεού”.
Πήγαμε στον ΑΝΤΕΝΝΑ το 2002.Λίγο πριν είχαμε υποβάλει την παραίτησή μας από το ΑΛΤΕΡ με δικαστικό επιμελητή καταγγέλλοντας απόπειρα δωροδοκίας με τρομερό ποσό για το σκάνδαλο του “Ερυθρού Σταυρού”.Με την κατάθεσή μας καταδικάστηκαν πρωτοδίκως πέντε(5)στελέχη κορυφαίων πολιτικών οικογενειών της χώρας.
Ο Μ.Κυριακού μας υποδέχθηκε μετά βαϊων και κλάδων.Σχεδόν αμέσως μας ανέθεσε μια προσωπική του υπόθεση με ένα βαρύτατο πρόστιμο εκατοντάδων εκατομμυρίων…Βρήκαμε πορτάκι,του δώσαμε το “κλειδί” και καθάρισε… Απο ευγνωμοσύνη βάφτισε το “Κλειδί” δημοσιογράφο!
Υστερα …μπλέξαμε!Εμείς κάναμε έρευνα για το τεράστιο σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου.Πολύ δυσαρεστήθηκε αφού είχε σοβαρότατο προσωπικό λόγο.Τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα όταν αρχίσαμε να ψάχνουμε μια εκπομπή του στην οποία ο μακαρίτης Θέμος και μια εκ της Γαλλίας συμπαρουσιάστριά του μας προκαλούσαν με την κοροϊδευτική φράση “γλιστράει η γάτα στο γιαούρτι;”.
Ποιά ήταν η κυρία;Και είχε καμιά σχέση με την δικαστίνα ερευνήτρια του σκανδάλου του Χρηματιστηρίου;
Οπως και στο ΑΛΤΕΡ δεν συμμορφωθήκαμε προς “τας υποδείξεις”…Τα πράγματα έγιναν χειρότερα όταν κουβάλησε την Ελλη Στάη να λέει τις ειδήσεις,στις οποίες εμείς είχαμε ρόλο.Οπως είχαμε και ερευνητικό ρόλο νωρίτερα στο σκάνδαλο με το Καζίνο του Φλοίσβου, για το οποίο κάποιοι προωθούσαν την θεατρική παράσταση “Το Καζίνο του Φλοίσβου και η αρπαγή της παραλίτσας”Και η έρευνα μας οδήγησε σε ένα σπίτι δίπλα στο Προεδρικό Μέγαρο,στο οποίο τα κοινόχρηστα έβγαιναν στο όνομα ενός υπουργού σχετικού με το Καζίνο…
Τα πράγματα έγιναν πολύ-πολύ χειρότερα όταν αφήσαμε στο γραφείο του μακαρίτη Μ.Κυριακού ένα συμβόλαιο αγοράς σπιτιού στην Πολιτεία,δίπλα στο σπίτι που έμενε η παρουσιάστρια του ΜΕΓΚΑ Λίζα Δουκακάρου.Το συμβόλαιο το πήραμε αυτοπροσώπως με την υπογραφή μας από το Υποθηκοφυλάκειο των Βορείων Προαστείων .Αφήσαμε σημείωμα στον Μ.Κυριακού ότι το συμβόλαιο είναι…γνήσιο και πίσω του κρύβεται σκάνδαλο ολκής.
Δεν ξέρουμε αν εξόργισε περισσότερο το μακαρίτη η κίνηση να του αφήσουμε το συμβόλαιο ή τα ονόματα που φαίνονταν σε αυτό.Αμέσως μετά μας έστειλε στο…Λογιστήριο για τα περαιτέρω.
Τους ψαράδες-μαθητές του Κυρίου τους θυμηθήκαμε στο βιβλίο του π.Βαρνάβα Γιάγκου συγκρίνοντάς τους με τον Γιώργο Παπαδάκη του ΑΝΤΕΝΝΑ.Αναλογικά.Η σοφία δηλαδή του Γιώργου αναδείχθηκε από το λαουτζίκο,ο οποίος τον ακολουθούσε μαζικά.Ως και 60% και πάνω τον ακολουθούσαν και παρακολουθούσαν τη δημοσιογραφική σοφία του στον ΑΝΤΕΝΝΑ.Τον ένιωθαν,όπως λέει,κομμάτι απο τους ίδιους.
Προφανώς,φανταζόμαστε, ως τον ΑΝΤΕΝΝΑ και το στούντιο και όχι μέχρι την (άσχετο:πανάκριβη) βίλα του στην Πεντέλη,από την οποία φωτίστηκε(είχε κάμερες) η απόπειρα δολοφονίας του δικηγόρου της ΔΕΗ στο σκάνδαλο ΔΕΗ-ΕΝΕΡΓΚΑ κλπ.
Σε μία συνέντευξη- ύμνο στο Γιώργο Παπαδάκη διαβάσαμε μια καίρια ερώτηση, από την οποία θυμηθήκαμε τα παραπάνω.
Τον ρώτησαν αν αποπειράθηκαν να τον δωροδοκήσουν ποτέ στην καριέρα του.Κατηγορηματικά όχι ήταν η απάντηση και αξίζει να τη διαβάσετε προσεκτικά.Και τα περί μη δωροδοκίας και ολόκληρη την συνέντευξη- ύμνο.
Τη χαρήκαμε.Πιο πολύ χαρήκαμε τη διαβεβαίωση ότι θα παραμείνει ενεργός στις ενημερωτικές εκπομπές του ΑΝΤΕΝΝΑ.
Αρα που θα πάει;
Αποκλείεται να γλιτώσουν διάφοροι διεφθαρμένοι από τη σωστή δημοσιογραφική του έρευνα,η οποία ποτέ δεν παρεμποδίστηκε και άρα δεν τον αφορούν αυτές οι προχθεσινές ανακοινώσεις ότι στην Ελλάδα η δημοσιογραφία είναι τόσο πολύ υπο διωγμό,ώστε να κατατάσσεται η χώρα(προφανώς απο τους συκοφάντες της…)ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ-απο πλευράς ελευθεροτυπίας- στην Ευρώπη και κάτω και απο αφρικάνικες μπανανίες.
Ετσι είμαστε βέβαιοι ότι θα φωτίσει σωστά σοβαρότατες υποθέσεις.
Παραδειγματικά εντελώς:
1)Αντιπρύτανης και καθηγητής Πανεπιστημίου μας στην Αττική χωρίς βασικό πτυχίο σπουδών!!!
2)Καταδίκη κρατικού στελέχους σε δίκη-παρωδία, στην οποία είχε το σθένος να καταγγείλλει πλαστογράφηση αρεοπαγιτικής απόφασης, ώστε να διαγραφούν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ!!!
3)νοσηλείες στα κρατικά μας(πολύ κεντρικά)νοσοκομεία και… πεθαμένων απο γιατρούς που μένουν στις θέσεις τους παρότι είναι….καταδικασμένοι!!!
Εμείς βρήκαμε έναν και επειδή δεν είμαστε δα και τα τζίνια της δημοσιογραφίας υποθέτουμε ότι και άλλοι θα εχουν ή είχαν την ίδια…τύχη!
Γιατί ελπίζουμε στο φως που θα ρίξει ο Γιώργος Παπαδάκης;
Διαβάστε τη συνέντευξή του και θα συμφωνήσετε με το συμπέρασμά μας ότι από αυτή αναδεικνύεται ο Γιώργος ως ισαπόστολος!Της δημοσιογραφίας …
Τι ατυχία να γυρίσει δυο φορές πίσω την ώρα που είχε αποφασίσει ότι θα πάει στη Γαλλία ή στις ΗΠΑ να σπουδάσει…
Ο Γιώργος Παπαδάκης στον Δανίκα: Είχα αρχίσει να βαριέμαι την εικόνα μου, είναι κατάντια να πατώνουν καλές εκπομπές
Ο δημοσιογράφος που για 34 χρόνια έγραψε ιστορία στην TV αποφάσισε να αφήσει τα πλατό και μιλάει για όλους

Ενα τεράστιο, γιγαντιαίο ΑΝΤΙ. Οπως αντιστάρ, αντι-καβαλοκαλαμιστής, αντι-ρήτορας, αντι-νάρκισσος, αντι-σαλονιστής, αντι-σοβαροφανής, αντι-κοστουμαριστής, αντι-τηλεοπτικός. Δύναμή του, η αμεσότητά του. Εφαλτήριό του η λαϊκότητά του. Μοναδικό πλεονέκτημά του, το έμφυτο επικοινωνιακό ένστικτό του. Γι’ αυτό η τόση μεγάλη διάρκειά του. Γι’ αυτό «οι κυβερνήσεις πέφτουν, αλλά ο Γιώργος Παπαδάκης μένει».
Και για όσους δεν κατάλαβαν, η αιτία απλή και κρυστάλλινη. Ισως η μοναδική τηλεπερσόνα που κάθε «κόκκος» απ’ αυτό που οι «αριστοκράτες» ονομάζουν «λαουτζίκο» τον αισθάνεται δικό του. Σπλάχνο από τα σπλάχνα του. Σαν να λένε: «Κοίτα να δεις, φίλε μου, αυτός ο Παπαδάκης λέει αυτά που πάντα ήθελα να πω κι εγώ». Μα τι είναι; Η γλώσσα τους, η έκφρασή τους, ο πόνος του, το βάσανό τους, ο άνθρωπός τους!
Και πράγματι έτσι είναι. Αν ρίξεις μια ματιά στο παρελθόν του, τότε ταράζονται οι δακρυγόνες αδένες σου: από 13 ετών στο κουρμπέτι της σκληρής χειρωνακτικής εργασίας. «Και τι δεν έκανα. Από γκαρσόνι, μπετατζής, ακόμα και κουβαλητής τζαμιών και αναρίθμητων κιβωτίων της Ηβη. Δουλειά να έβρισκα, και πάντα ήμουν πρόθυμος να την κάνω, όλα για το μεροκάματο».
Από πάμπτωχη, κατατρεγμένη οικογένεια. Το δεύτερο κρατούμενο. Ο μεγάλος αδερφός του μπαινόβγαινε στα μπουντρούμια της χούντας. Ο πατέρας με το τρίπτυχο «μόχθος, ιδρώτας, αίμα». Απίστευτες καταστάσεις. Μπροστά του άρχισα να με βλέπω σαν φλώρο και μαμάκια.
Πατέρας, μάνα, αδερφός και αδερφή εγκαταλείπουν τον «μάταιο τούτο κόσμο» γύρω στα πενήντα. Ολοι. Το τρίτο το μεγαλειώδες, σοκαριστικό κρατούμενο.
Η κουβέντα με αφορμή την αποχώρησή του από το «Καλημέρα Ελλάδα». «Συνταξιούχος;» τον ρώτησα. «Τρελάθηκες, σύνταξη θα πάρω μόλις με απωθέσουν στον τάφο μου». Χτύπησα ξύλα, έκανα τρεις φορές φτου και έβαλα μπρος τη μηχανή. Το μαγνητόφωνο.

Σκηνή 1η: Κακαουνάκης: «… θα σε σκίσω»
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΑΝΙΚΑΣ: Από Κρήτη;
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: «Γκάγκαρος».
Δ.Δ.: Και το -άκης;
Γ.Π.: Πίσω, πολύ πίσω.
Δ.Δ.: Γκάγκαρος από ποιο μέρος;
Γ.Π.: Οχι Κολωνακιώτης, αλλά Κολωνιώτης.
Δ.Δ.: Και έχεις τρία αγόρια και δύο εγγόνια.
Γ.Π.: Και δύο γυναίκες, δύο γάμους. Ο πρώτος μου γιος, ο μεγάλος, είναι από τον πρώτο μου γάμο.
Δ.Δ.: Πόσα χρόνια είσαι με την ίδια γυναίκα;
Γ.Π.: Τριάντα τέσσερα χρόνια· σχεδόν από τη μέρα που ξεκίνησα το «Καλημέρα Ελλάδα».
Δ.Δ.: Εχει σχέση κι αυτή με το ραδιόφωνο, με την τηλεόραση;
Γ.Π.: Με τη δημοσιογραφία. Τη γνώρισα στον ΑΝΤ1. Τίνα Παπαδέλη λέγεται, αλλά εγκατέλειψε τη δημοσιογραφία για να μη φανεί ότι θα την προωθούσα επειδή ήταν γυναίκα μου. Με εκπληκτικές σπουδές, φοβερό μέλλον, αλλά βρήκε τον άσχετο δίπλα της και χαντακώθηκε.
Δ.Δ.: Είναι αλήθεια αυτό με τον Αυτιά; Οτι τον είδες μέσα στο ασανσέρ και του είπες: «Πρέπει να ξυπνάς 3 το πρωί και να έρχεσαι»;
Γ.Π.: Του λέω «θέλεις να συνεργαστούμε;» και μου λέει: «Βεβαίως!». Ολες μου οι συνεργασίες έτσι έγιναν – ή με έβρισκαν στον δρόμο ή τους έβρισκα εγώ. Νέα παιδιά που με βλέπανε στον δρόμο και μου λέγανε: «Οι πόρτες είναι κλειστές για μας. Εσύ θα άνοιγες την πόρτα για να με δεχτείς ως μαθητευόμενο;». Tο 80% των συνεργατών μου ήταν τέτοιες περιπτώσεις. Οταν ήμουν στην ΕΡΤ…
Δ.Δ.: Από την ΕΡΤ ξεκίνησες;
Γ.Π.: Τηλεόραση, από την ΕΡΤ. «Τρεις στον αέρα», Σεμίνα Διγενή, Νάσος Αθανασίου, Γιάννης Δημαράς. Καραβάνες. Η εκπομπή ξεκίνησε το 1986 και τελείωσε το 1989, μας διώξανε. Δεν ήμασταν καλά παιδιά. Κάναμε θέματα που ενδεχομένως ενοχλούσαν.
Δ.Δ.: Το λεγόμενο «βρώμικο ’89»; Ο μακαρίτης ο Φλωράκης σε έριξε δηλαδή;
Γ.Π.: (γέλια) Αμέσως μου έγινε πρόταση από το MEGA που ξεκίναγε τότε. Αλλά εγώ ήδη έκανα ραδιόφωνο στον ΑΝΤ1. Και βρήκα τον συγχωρεμένο τον Μίνωα Κυριακού και του λέω: «Μου έχουν κάνει πρόταση από το MEGA για την τηλεόραση. Δεν σε ενοχλεί να πάω;». Μου λέει: «Θα κάνω κι εγώ τηλεόραση, με ενοχλεί. Θα σου κάνω εγώ συμβόλαιο». Και ήμουν από τους πρώτους που τους έκαναν συμβόλαιο. Εγώ, η Λιάνα Κανέλλη και ο Τέρενς Κουίκ. Οι τρεις μας κάναμε τα πρώτα συμβόλαια για την τηλεόραση του ΑΝΤ1.
Δ.Δ.: Συνεργάστηκες με τη Λιάνα;
Γ.Π.: Βεβαίως συνεργάστηκα και είμαστε και πολύ καλοί φίλοι. Μια εποχή ήμασταν και απέναντι, η Λιάνα έκανε πρωινό στο MEGA την ίδια ώρα που έκανα εγώ πρωινό στον ΑΝΤ1.
Δ.Δ.: Και τα ποσοστά;
Γ.Π.: Πηγαίναμε καλύτερα εμείς. Σε άλλη περίοδο ήταν ο Νίκος Κακαουνάκης απέναντι, στο MEGA, 7 με 10. Πριν γίνει γνωστό ότι θα κάνει πρωινή εκπομπή στο MEGA, με παίρνει τηλέφωνο και μου λέει: «Θέλω να έρθω καλεσμένος στην εκπομπή σου την Παρασκευή». Ερχεται λοιπόν και μου λέει: «Ξέρεις, ρε μπαγάσα, γιατί ήρθα; Γιατί από τη Δευτέρα το πρωί μεθαύριο θα είμαι απέναντί σου και θα σε σκίσω». Ηταν άλλες οι σχέσεις. Εγώ έζησα την αγνότητα της ιδιωτικής τηλεόρασης, όσο κι αν σου κάνει εντύπωση, ότι αυτά δεν συνάδουν.

Σκηνή 2η: Η βιοπάλη
Δ.Δ.: Και πώς ξεκίνησες; Σπούδασες τίποτα;
Γ.Π.: Οχι. Τελείωσα το Λύκειο, πέρασα σε μία κωλοσχολή την οποία δεν ακολούθησα. Η λόξα μου ήταν η δημοσιογραφία. Ο Γιώργος Κρεμμυδάς, συμφοιτητής του αδερφού μου του συχωρεμένου, ήτανε τότε στα «Νέα» και έκανε δικαστικό. Ζήλευα εγώ, ήθελα να γίνω δημοσιογράφος. Από πολύ φτωχή οικογένεια, δουλεύω από τα 12-13 μου χρόνια, έχω κάνει ό,τι δουλειά μπορείς να φανταστείς. Γκαρσόνι, οικοδομή, στην ΗΒΗ κουβάλαγα κιβώτια, έχω σηκώσει πολύ κιβώτιο στη ζωή μου.
Δ.Δ.: Πήγαινες νυχτερινό;
Γ.Π.: Ημερήσιο πήγαινα, αλλά όλες τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας δούλευα για να φέρω λεφτά στο σπίτι.
Δ.Δ.: Οι γονείς σου;
Γ.Π.: Ο πατέρας μου εργάτης, μαρμαράς.
Δ.Δ.: ΚΚΕ;
Γ.Π.: Αριστεροί όλη η οικογένεια, και ο αδερφός μου, και ο πατέρας μου. Εγώ αριστερών καταβολών. Ημουν Παπαδακιστής εγώ από παλιά. Ολοι ρωτούσαν «τι είσαι εσύ, μαρξιστής, λενινιστής;» και πριν προλάβω να απαντήσω εγώ, οι φίλοι μου λέγανε: «Αυτός είναι παπαδακιστής».
Δ.Δ.: Ενας πασόκος μού είπε ότι δεν αγαπάς το ΠΑΣΟΚ, του κάνεις πολλή επίθεση.
Γ.Π.: Οχι, μωρέ, ίσα-ίσα τούς συμπαθώ και έχω και φίλους. Κάθε άλλο. Να σου πω κάτι; Εμένα μου άρεσε σε όλα αυτά τα χρόνια της καριέρας μου να με βρίζουν.
Δ.Δ.: Πόσα παιδιά στην οικογένεια;
Γ.Π.: Τρία. Εγώ, ο Μάρκος ο αδερφός μου, ένας υπέροχος άνθρωπος, πέθανε 49 ετών στον ύπνο του. Η αδερφή μου, το Μαράκι μας, πέθανε 52 ετών, σύνδρομο Ντάουν. Ο πατέρας μου 50 ετών. Η μητέρα μου 51 ετών. Γι’ αυτό και όταν έκλεισα τα 50, η γυναίκα μου μού έκανε ένα φανταστικό πάρτυ – γιατί δεν πίστευα ότι θα περάσω τα 50 μου χρόνια.
Δ.Δ.: Τρομερό. Σε έχουν χαράξει όλα αυτά.
Γ.Π.: Σημάδεψαν τη ζωή μου, αλλά ήταν και ένα καλό πανεπιστήμιο. Γιατί οι συναναστροφές μου με ανθρώπους που ήταν αγνοί μού δώσανε τη δυνατότητα να δω τη ζωή με ένα μάτι που ενδεχομένως δεν την έχεις δει εσύ, δεν την έχει δει αρκετός κόσμος.
Δ.Δ.: Εβρασες μέσα στο καζάνι. Των λαϊκών, των φτωχών. Οι έσχατοι έσονται πρώτοι.
Γ.Π.: Από την άλλη πλευρά, ήθελα να προχωρήσω στη ζωή μου. Το όνειρό μου ήταν τότε, τον Μάη του ’68, να φύγω να πάω στη Βενσέν και να σπουδάσω Κοινωνιολογία. Δεν τα κατάφερα – πού να φύγω, πού να τους αφήσω πίσω! Ημουν έτοιμος να φύγω για την Αμερική, είχα εξασφαλίσει εγγραφή σε πανεπιστήμιο εκεί. Ετοίμασα τις βαλίτσες μου, τα πράγματά μου και σχεδόν από το αεροδρόμιο γύρισα πίσω. Γιατί θα έπρεπε να φροντίσω μια οικογένεια, εγώ ήμουν ο άνθρωπος που τη φρόντιζε. Ο μεγαλύτερος αδερφός μου μπαινόβγαινε στις φυλακές.
Δ.Δ.: Γιατί;
Γ.Π.: Γιατί ήταν χούντα. Και ο Μάρκος ο συχωρεμένος μπαινόβγαινε.
Δ.Δ.: Βρε μπαγάσα, τα έχεις ζήσει όλα. Χούντα, καρκίνους, θανάτους, εργασία… Πώς βρέθηκες στην ΕΡΤ εσύ, αριστερός, με τέτοια προβλήματα πίσω, με φακέλους, με, με…;
Γ.Π.: Δεν θέλω να αναφέρω τα ονόματα των ανθρώπων που με βοηθήσανε δημοσιογραφικά, γιατί έχω δεσμευτεί σε αυτούς – αν και έχουν φύγει. Θέλω όμως να πω το όνομα του Παντελή Τρωγάδη, ήταν από τους ανθρώπους που με βοήθησαν πάρα πάρα πολύ. Διέκριναν ορισμένα πράγματα σε εμένα και με βοήθησαν.
Δ.Δ.: Πώς ξεκίνησες δεν μου είπες. Εσύ εργαζόσουν σε οικοδομές, κουβάλαγες κιβώτια…
Γ.Π.: Ο Γιώργος Κρεμμυδάς με πήρε μαθητευόμενο, βοηθό του, στα «Νέα» όπου έκανε δικαστικό ρεπορτάζ. Ατυπα όμως. Περισσότερο το ήξερε ο Κρεμμυδάς παρά όλοι οι υπόλοιποι, ότι ήμουν μαθητευόμενος.
Δ.Δ.: Πληρωνόσουν;
Γ.Π.: Οχι, όχι, ποιος πληρωνόταν την εποχή εκείνη; Πέντε-έξι χρόνια έκανες να μπεις στο μισθολόγιο. Αλλά εκτίμησαν το πάθος μου για τη δουλειά και το γεγονός ότι τα κενά που είχα από πανεπιστημιακές σπουδές τα συμπλήρωνα με πάρα πολύ διάβασμα. Εχω ρίξει πάρα πολύ διάβασμα στη ζωή μου.

Σκηνή 3η: «Τα γαλόνια της ζωής μου»
Δ.Δ.: Βγαίνεις έξω το βράδυ;
Γ.Π.: Ε, βέβαια, πώς δεν βγαίνω. Εχω και δεκατέσσερα χρόνια διαφορά με τη γυναίκα μου, θα με είχε χωρίσει. Γιατί δεν με πήρε για τα ωραία μου τα μάτια μόνο. Εντάξει, ωραία μάτια έχω, ωραίος είμαι…
Δ.Δ.: Κούκλος!
Γ.Π.: Κούκλος. Αλλά αν δεν το συντηρήσεις αυτό το πράγμα, τελείωσες. Εδώ ένα αυτοκίνητο έχεις και λες «πρέπει να το συντηρήσω, μη μου μείνει».
Δ.Δ.: Πέφτει παντόφλα στην αρχή, και μετά βλέπεις πόρτα. Και βγαίνεις έξω το βράδυ, μέχρι τις 12, ας πούμε;
Γ.Π.: Και μέχρι τη 1 και τις 2. Εχει τύχει να πάω και κατευθείαν στη δουλειά, πολλές φορές.
Δ.Δ.: Τι αντοχές είναι αυτές που έχεις!
Γ.Π.: Δεν είναι θέμα αντοχών. Είναι και θέμα επιλογών στη ζωή. Δεν ήμουν ποτέ μίζερος. Δεν με ένοιαζε που ήμουν φτωχός, δεν είχα κόμπλεξ – άλλοι είχαν κόμπλεξ με εμένα.
Δ.Δ.: Ποιοι ήταν αυτοί;
Γ.Π.: Να σου πω ένα παράδειγμα. Καθαρίζαμε πολυκατοικίες από τα μπάζα. Εχω σηκώσει στεφάνια σε νεκροταφεία. Στην Ηβη έχω σηκώσει εκατομμύρια κιβώτια, γεμάτα. Αλλά μου δημιουργήθηκε ένα σοβαρό πρόβλημα στη μέση και έμεινα περίπου 8-9 μήνες στο ΚΑΤ. Οταν βγήκα, έπρεπε να βρω κάπου να δουλέψω, και βρήκα μια δουλειά η οποία ήταν πάρα πολύ καλή, γιατί ήταν καθιστική. Σε περίπτερο.
Δ.Δ.: Ησουν και περιπτεράς ρε μπαγάσα;
Γ.Π.: Και μου έχει μείνει, Δημήτρη, αυτό το «περιπτεράς δημοσιογράφος». Γιατί κάποια συνάδελφός μου με είχε δει και άρχισε να το διαδίδει: «Αυτός είναι περιπτεράς». Και μέχρι τώρα ακόμα κάποιοι στο Διαδίκτυο που αν θέλουν να μου τα ρίξουνε -κι εγώ γουστάρω που μου τα ρίχνουνε- λένε: «Ο περιπτεράς δημοσιογράφος». Χ@στ@κ@! Αυτά για μένα είναι γαλόνια στη ζωή μου.
Δ.Δ.: Σε ποιο περίπτερο ήσουν;
Γ.Π.: Εχει κλείσει τώρα, στο Χαλάνδρι ήταν.

Σκηνή 4η: «Ο μίστερ 60%»
Δ.Δ.: Για πες μου, το μεγαλύτερο ποσοστό σου σε τηλεθέαση ποιο ήτανε;
Γ.Π.: Γύρω στο 70% με 75%, εκεί. Μάλιστα η Λόλα Νταϊφά μού είχε βγάλει το παρατσούκλι «ο μίστερ 60%», γιατί εάν πέφταμε κάτω από 60% λέγαμε: «Πο πο, υπάρχει πρόβλημα…».
Δ.Δ.: Ποια εποχή γινόταν αυτό;
Γ.Π.: Μέχρι και το 2000, όταν πια άρχισε να λειτουργεί ο ανταγωνισμός, άρχισαν να μοιράζονται και τα ποσοστά της τηλεθέασης – αλλά και με τους εναλλακτικούς τρόπους ενημέρωσης. Εγώ είχα την τύχη να κάνω αυτή την εκπομπή όταν ακόμα δεν υπήρχαν τα κινητά τηλέφωνα στην Ελλάδα, δεν υπήρχε η Google, δεν υπήρχαν όλα αυτά τα βοηθητικά μέσα – και για τη δουλειά τη δική μας, των δημοσιογράφων, αλλά και για την ενημέρωση του κόσμου. Ο κόσμος διάβαζε εφημερίδα, έβλεπε τηλεόραση, άκουγε ραδιόφωνο, αυτές ήταν οι πηγές της ενημέρωσής του. Εμείς το εκμεταλλευτήκαμε με έναν μοναδικό τρόπο. Εφτιαξα μια ομάδα από νέα παιδιά, πέρασε πάρα πολύς κόσμος. Οι περισσότεροι τώρα κάνουν δικές τους εκπομπές, είναι αρχισυντάκτες, είναι διευθυντές, και τι δεν είναι…
Δ.Δ.: Για πες μερικά ονόματα.
Γ.Π.: Από πού να αρχίσω και πού να τελειώσω, σίγουρα θα αδικήσω κάποιους.
Δ.Δ.: Μερικούς πες, όχι όλους. Ενας ήταν ο Γιώργος Αυτιάς.
Γ.Π.: Ο Γιώργος Αυτιάς, η Τατιάνα Στεφανίδου, η Βίκυ Χατζηβασιλείου, ο Νίκος Μάνεσης για έναν χρόνο…
Δ.Δ.: Η Φαίη Μαυραγάνη
Γ.Π.: Και η Φαίη, βέβαια. Ο Ντίνος Σιωμόπουλος… Πάρα πολλά παιδιά. Και για πολλά ήταν το ξεκίνημά τους στην τηλεόραση.
Δ.Δ.: Οταν λοιπόν φτάνεις στον σταθμό στις 3 το πρωί, η πρώτη σύσκεψη τι ώρα γίνεται;
Γ.Π.: Η πρώτη γίνεται στις 4 και η δεύτερη στις 5 παρά. Και είναι και ο σκηνοθέτης μαζί.
Δ.Δ.: Εχει προηγηθεί όμως δουλειά και από την προηγούμενη μέρα.
Γ.Π.: Βέβαια, πολλή δουλειά. Εγώ δεν φεύγω μόλις τελειώσει η εκπομπή, κάθομαι μέχρι το μεσημέρι. Κάνω και λάντζα, τα πάντα. Τα τηλεφωνήματά μου, το ρεπορτάζ μου.
Δ.Δ.: Κάνεις ο ίδιος ρεπορτάζ;
Γ.Π.: Ε, βέβαια, τρελαίνομαι.
Δ.Δ.: Πολιτικό, κοινωνικό, τι;
Γ.Π.: Ολα. Γιατί αυτή η εκπομπή τα πιάνει όλα.

Σκηνή 5η: «Θέλω να φύγω»
Δ.Δ.: Είσαι μαχητής μέχρι τέλους. Ο Παπαδάκης δεν παίρνει σύνταξη με τίποτα.
Γ.Π.: Τα χρόνια που είμαι στην τηλεόραση είναι πολλά. Είχα αρχίσει να με βαριέμαι εγώ, να βαριέμαι την εικόνα μου εγώ ο ίδιος, για να είμαστε ειλικρινείς τώρα. Και ο κόσμος, όσο κι αν συμπαθεί έναν άνθρωπο ή τον έχει εκτιμήσει για τη δουλειά του, για το ήθος του, κουράζεται να βλέπει τον ίδιο άνθρωπο. Ή μετά του δημιουργείται η αίσθηση ότι «για να είναι τόσα χρόνια αυτός εκεί, δεν αφήνει περιθώριο σε κάποιον νέο άνθρωπο να προχωρήσει στη δουλειά του».
Δ.Δ.: Πες μου μία-δύο κορυφαίες στιγμές σου στην τηλεόραση, που σε έχουν στοιχειώσει.
Γ.Π.: Ηταν με τον σύλλογο «Το Χαμόγελο του Παιδιού», με τον μικρό Ανδρέα, πριν από χρόνια. Μία από τις πολύ όμορφες στιγμές ήταν στους σεισμούς της Καλαμάτας το 1987, όπου βρέθηκα για ρεπορτάζ. Μου άρεσε πάρα πολύ το ρεπορτάζ. Ακόμα και όταν δεν θέλανε να πάω, γιατί είχα επιτελική θέση, ήμουν αρχισυντάκτης, ήμουν υπεύθυνος εκπομπής, εγώ παρακαλούσα να πάω. Πήγα λοιπόν σε αυτόν τον σεισμό. Ημουν κουρεμένος πάρα πολύ εκείνη την εποχή, επειδή πέφτανε τα μαλλιά μου, μου λέγανε: «Κόψε τα πολύ κοντά για να μη γίνεις καραφλός». Τελικά τα έκοψα, αλλά καραφλός είμαι. Υπήρχε λοιπόν στο κέντρο της Καλαμάτας, μετά από αυτόν τον σεισμό που ήτανε και φονικός, το Διοικητήριο, ας πούμε, εκεί που μαζευόντουσαν όλοι για να δώσουν τις κατευθύνσεις. Κάποια στιγμή, Σαμαράς και Γεννηματάς μιλάνε για την κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί, και πετάγομαι εγώ και λέω: «Γιατί δεν παίρνουμε έναν στρατιωτικό πομπό να κάνουμε έναν ραδιοφωνικό σταθμό, να ενημερώνουμε τους σεισμόπληκτους;» – γιατί ζούσαν σε σκηνές οι περισσότεροι. Και λένε: «Ωραία ιδέα, ποιος θα τον λειτουργήσει;». Τους λέω, «εγώ». Φέρανε λοιπόν τον στρατιωτικό πομπό, μαζί με τον Μιχάλη Κυριακίδη και τη συχωρεμένη Ελένη Αποστολοπούλου σε έναν ελαιώνα στήσαμε το Ράδιο Κουράγιο, έτσι το βγάλαμε. Ζητήσαμε και από μία εταιρεία να έρθει να προσφέρει στους σεισμόπληκτους ραδιοφωνάκι τρανζίστορ. Και έξω από όλες τις σκηνές ήταν κρεμασμένο ένα τρανζιστοράκι. Πέρασαν όλοι από τον σταθμό, πρωθυπουργοί, αρχιεπίσκοποι, υπουργοί, βουλευτές, όλοι ερχόντουσαν και έδιναν συνεντεύξεις και ενημέρωναν τον κόσμο. Ηταν φοβερή στιγμή, Δημήτρη.
Δ.Δ.: Τρομερή ιδέα αυτή. Και πόσο κράτησε;
Γ.Π.: Τέσσερις-πέντε μήνες. Αλλά έπρεπε να γυρίσω γιατί είχα αναλάβει και το ρεπορτάζ στο «Τρεις στον αέρα» και θα έπρεπε να δουλέψω στην τηλεόραση. Και έτσι έφυγα, και γύρισα στην τηλεόραση. Tο 1991 με τον Πόλεμο στον Περσικό Κόλπο ήθελα να κάνω κάτι το οποίο δεν θα μου δινόταν ευκαιρία να κάνω στην καριέρα μου, να γίνω πολεμικός ανταποκριτής.
Δ.Δ.: Πήγες.
Γ.Π.: Πήγα στον Μίνωα Κυριακού και του λέω: «Θέλω να φύγω». Μου λέει, «δεν είσαι καλά, εγώ σου δίνω έναν σκασμό λεφτά γιατί υποτίθεται ότι εσύ ξέρεις από τηλεόραση και κάνεις εκπομπές. Ασε, θα στείλω άλλους». Του λέω: «Σε παρακαλώ πάρα πολύ». Και πήγα στο Ιντζιρλίκ, στη βάση απ’ όπου φεύγανε οι Αμερικάνοι για να πάνε να βομβαρδίσουν. Εκατσα 45 μέρες, φοβερή εμπειρία! Εδινα καθημερινά ανταποκρίσεις, μου άρεσε πάρα πολύ. Το έκανα και αυτό στη ζωή μου.

Σκηνή 6η: «Ηταν μια στημένη υπόθεση»
Δ.Δ.: Ποια ήταν η σπουδαιότερη συνέντευξη που πήρες από πολιτικό όλα αυτά τα χρόνια; Ποιος σου έχει κάνει τρομερή εντύπωση;
Γ.Π.: Θες να σου απαντήσω ειλικρινά; Κανένας. Και να σου πω γιατί. Ούτε εγώ ήμουν ειλικρινής απέναντί τους ούτε εκείνοι ήταν ειλικρινείς απέναντί μου. Ηταν μια στημένη υπόθεση. Οχι με στημένες ερωτήσεις που μου είχαν δώσει να κάνω. Εγώ ένιωθα πως ό,τι και να ρωτούσα δεν θα μπορούσα να εκμαιεύσω από εκείνους αυτό που θα ήθελα.
Δ.Δ.: Τόσο καλά κρύβονται.
Γ.Π.: Δεν είναι ότι κρύβονται, είναι ότι και εκείνοι προσπαθούν να εκμεταλλευτούν το γεγονός ότι τους δίνεται η ευκαιρία να επικοινωνήσουν με τον κόσμο τους.
Δ.Δ.: Δεν καταλαβαίνουν ότι η ξύλινη γλώσσα δεν πουλάει πλέον;
Γ.Π.: Ελα ντε! Δεν είναι όλοι έτσι, για να είμαστε ειλικρινείς. Αλλά έχω την εντύπωση ότι τους συμβουλεύουν τις περισσότερες φορές να είναι έτσι. Ετσι μου ερχόταν σε αυτές τις συνεντεύξεις να τους έλεγα: «Ρε μίλα όπως το νιώθεις, και όχι έτσι όπως νομίζεις, ή νομίζουν οι άλλοι, ότι θα πρέπει να είσαι στημένος απέναντι στο γυαλί ή απέναντι σε ένα μικρόφωνο για να απαντήσεις».
Δ.Δ.: Παρ’ όλα αυτά, είσαι σούπερ τηλεοπτικός…
Γ.Π.: Λάθος, είμαι αντιτηλεοπτικός τύπος. Δεν κάνω για την τηλεόραση. Δεν είμαι ωραίος, δεν προσέχω τον εαυτό μου, δεν κάνω δημόσιες σχέσεις, δεν έχω facebook…
Δ.Δ.: Δεν κάνεις μπότοξ…
Γ.Π.: Ναι, ναι. Αν και πιέστηκα στη ζωή μου την τηλεοπτική να τα κάνω αυτά. Βρέθηκε μια εταιρεία εμφύτευσης μαλλιών, η οποία μου έδινε πάρα πολλά λεφτά στις αρχές της δεκαετίας του ’90 για να βάλω μαλλιά! Με την υποχρέωση ότι κάθε μήνα θα ερχόταν μια κυρία ή ένας κύριος και θα μου έλεγε: «Πώς πάμε;». Τους λέω: «Eίστε καλά; Είσαστε καλά που θα κάτσω να κάνω εγώ αυτό το πράμα;». Δεν με ενδιέφερε ποτέ η εικόνα μου και δεν έκανα και δημόσιες σχέσεις. Γι’ αυτό και δεν έχω και πολλές φιλίες από τον χώρο της τηλεόρασης.

Σκηνή7η: «Στου κουφού την πόρτα γράφει Καραμανλής»
Δ.Δ.: Για πες μου μια τρέλα.
Γ.Π.: Τον Γιάννη Καλαμίτση τον ήξερες, μάλλον, έχει φύγει από τη ζωή. Καταπληκτικός, φοβερός, και στιχουργός και συγγραφέας, πολυτάλαντος. Φοβερό χιούμορ, έκανε εκπληκτικές εκπομπές. Τον πιάνω λοιπόν αφού είχε ξεκινήσει η εκπομπή και του λέω: «Ρε Γιάννη, θέλω να κάνω μια ρουμπρίκα που δεν μπορεί να την κάνει κανείς άλλος παρά μόνο εσύ». Ρουμπρίκα είναι ένα σύντομο, ανεξάρτητο κομμάτι της εκπομπής.
Δ.Δ.: Και τι θα ήταν αυτό;
Γ.Π.: Ο τίτλος ήταν «Ιστορίες του τοίχου». Λέω στον Καλαμίτση: «Θα βρούμε έναν τοίχο, θα τον βάψουμε άσπρο, κι εσύ με ένα σπρέι κάθε μέρα θα γράφεις ένα σύνθημα».
Δ.Δ.: Ωραία ιδέα, πολύ έξυπνο.
Γ.Π.: Και ήρθε ο Γιάννης και για δύο χρόνια έγραφε συνθήματα.
Δ.Δ.: Για πες ένα σύνθημα.
Γ.Π.: Τώρα μπορεί κάποιοι να το διαβάσουν και να παρεξηγηθούν, όπως παρεξηγήθηκαν την εποχή εκείνη. Πρόεδρος Δημοκρατίας ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Και τι πήγε κι έγραψε ο αθεόφοβος; «Στου κουφού την πόρτα γράφει Καραμανλής» – επειδή δεν άκουγε καλά ο αείμνηστος. Αλλά έτσι ήταν ο Γιάννης.
Δ.Δ.: Πιέσεις δέχθηκες από τους πολιτικούς, παρασκηνιακές;
Γ.Π.: Εμμέσως πλην σαφώς δεν υπάρχει δημοσιογράφος που να μην έχει δεχτεί πιέσεις. Αυτός που θα πει ότι δεν πιέστηκε ποτέ του είναι άνεργος.
Δ.Δ.: Τι είδους πιέσεις;
Γ.Π.: Πιέσεις για μια καλύτερη αντιμετώπιση. Πιέσεις για να μην ασκείται σκληρή κριτική ή καθόλου κριτική. Κατάφερα να αυτολογοκρίνομαι, δηλαδή να ξέρω τα όρια στα οποία μπορώ να κινηθώ, αλλά αυτή η αυτολογοκρισία να μην αφαιρεί από αυτό το οποίο πιστεύω ότι το έχω κατακτήσει, δηλαδή την ανεξαρτησία μου – το να μπορώ να διατυπώνω τις απόψεις μου και να ασκώ την κριτική μου. Ξέρεις, με αυτό που θα διαβάσουν τώρα κάποιοι θα διαφωνήσουν.
Δ.Δ.: Δεν με ενδιαφέρει καθόλου, δεν πα’ να βρίζουν…
Γ.Π.: Ούτε μένα με ενδιαφέρει. Είναι πολύ εύκολο να ασκεί ο άλλος κριτική ανώνυμα. Εμένα με ενδιαφέρουν μόνο οι απόψεις των ανθρώπων που με γνωρίζουν. Και δεν είναι ανάγκη να σε έχει γνωρίσει κάποιος από κοντά. Μπορεί να διακρίνει την ειλικρίνειά σου ή όχι και τις προθέσεις σου, αν έχεις ήθος ή όχι, αν είσαι αξιόπιστος ή όχι, αν τα παίρνεις ή όχι.

Σκηνή 8η: «Καμία υπόδειξη»
Δ.Δ.: Σου έγινε ποτέ απόπειρα δωροδοκίας;
Γ.Π.: Οχι. Γιατί δεν έφτασα μέχρι την πόρτα εκείνων που θα μπορούσαν να αποπειραθούν να με δωροδοκήσουν. Και για να μην είμαι άδικος, να σου πω ότι με σεβάστηκαν άνθρωποι – και από τον χώρο της πολιτικής. Δεν έκαναν πράγματα τα οποία θα μπορούσαν να με προσβάλουν, και αυτό το εκτιμώ. Νομίζω πως ό,τι εκπέμπεις, εισπράττεις.
Δ.Δ.: Λένε Γιώργο ότι ο Μητσοτάκης ελέγχει όλα τα Μέσα.
Γ.Π.: Εγώ δεν έχω νιώσει τέτοια πίεση. Και να σου πω και κάτι τώρα, γιατί θέλω να είμαι απολύτως ειλικρινής. Εχω πάρει καμιά δεκαριά φορές συνέντευξη από τον Μητσοτάκη. Ποτέ δεν υπήρξε παρέμβαση και ποτέ δεν μου έγιναν υποδείξεις και ποτέ δεν μου έγιναν κάποιες προσπάθειες τύπου «κοίταξε να δεις, θα έρθει ο Μητσοτάκης, μην τον ρωτήσεις αυτό» ή «να τον ρωτήσεις γι’ αυτό». Κάθε άλλο. Απέναντί μου ήταν άψογος και ειλικρινής. Τώρα, εάν εγώ δεν ήμουν καλός δημοσιογράφος για να του πάρω αυτά που έπρεπε να πάρω, ή εκείνος δεν είχε διάθεση να απαντήσει ειλικρινά, αυτό είναι μια άλλη υπόθεση. Ελέγχομαι εγώ, ελέγχεται κι εκείνος. Αλλά όχι, εγώ δεν την έχω νιώσει αυτή την πίεση.
Δ.Δ.: Με τον ΣΥΡΙΖΑ αισθανόσουν πίεση;
Γ.Π.: Οχι, ούτε εκεί. Κοίτα, ήξερα πάρα πολύ καλά ότι ενοχλούνται από την κριτική μου. Και μπορεί να συμβαίνει και με τον Μητσοτάκη ή με τον Τσίπρα ή με τον Παπανδρέου, με τον οποιοδήποτε. Αλλά σε μένα υποδείξεις δεν έγιναν ποτέ. Ανήκω στην κατηγορία «μου χρωστάνε, δεν τους χρωστάω».
Δ.Δ.: Δεν ευνόησες κάποιους;
Γ.Π.: Ναι, ναι. Να σου πω και παραδείγματα. Υπήρχαν κάποιοι άνθρωποι που τα χρόνια των μνημονίων δεν ήταν γνωστοί. Δυο-τρεις άνθρωποι τούς κάναμε γνωστούς, ο Σταύρος Θεοδωράκης, ο Νίκος Χατζηνικολάου, εγώ. Τον Βαρουφάκη ποιος τον ήξερε;
Δ.Δ.: Τον Βαρουφάκη εσύ τον έβγαλες τότε. Από την Αγγλία. Δεν καταλάβαινα τι έλεγε, εσύ καταλάβαινες;
Γ.Π.: Τον Τσακαλώτο ποιος τον έβγαλε;
Δ.Δ.: Εσύ τον έβγαλες.
Γ.Π.: Ευνοήθηκαν κάποιοι άνθρωποι. Και μου λένε άλλοι: «Εσύ ευθύνεσαι που τους έκανες γνωστούς». Τον Κατρούγκαλο, επίσης. Αλλά και πολιτικούς από άλλους χώρους.
Δ.Δ.: Τη Ζωή;
Γ.Π.: Τη Ζωή τη βρήκα στην πορεία. Τη βρήκαμε όλοι στην πορεία τη Ζωή. Της έχω πάρει συνέντευξη αρκετές φορές. Και τον Βελόπουλο δεν τον έχω βγάλει;

Σκηνή 9η: «Αφού ρε π@@στη έκατσες και το ‘δες»
Δ.Δ.: Πουλάει όμως ο Βελόπουλος. Δεν είναι το κριτήριό σου αυτό, βασικά;
Γ.Π.: Οχι μόνο αυτό. Αλλά και αυτό είναι – δεν κάνω τηλεόραση για το κέφι μου. Διαφορετικά θα τον έπαιρνα και θα του έλεγα: «Πάμε να πιούμε έναν καφέ να συζητήσουμε;». Γι’ αυτό το «πουλάει» που λες, όποιος κάνει τηλεόραση και πει «εγώ είμαι υπεράνω» λέει ψέματα.
Δ.Δ.: Μα αν δεν πουλήσουν, πώς θα πάνε;
Γ.Π.: Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο οι πολύ αξιόλογες και καλές εκπομπές, ποιοτικές εκπομπές, πατώνουν τηλεοπτικά, δυστυχώς. Αυτό είναι κατάντια. Αλλά εδώ είναι και οι ευθύνες του τηλεοπτικού κοινού με τις επιλογές που κάνει.
Δ.Δ.: Μεγάλη αλήθεια.
Γ.Π.: Θυμάμαι όταν ήταν στον ΑΝΤ1 το «Big Brother» και έκανε 90%, και ήμουν κατά αυτής της κατάντιας, στην εκπομπή είχα καθημερινά 500 μηνύματα που βρίζανε το «Big Brother». Κι εγώ τους απαντούσα: Ολοι εσείς που μου στέλνετε αυτά τα μηνύματα μου περιγράφετε ακριβώς το χθεσινό επεισόδιο. Αφού, ρε π@@στη, έκατσες και το είδες, τι κάνεις κριτική τώρα;
Δ.Δ.: Τώρα τι θα κάνεις;
Γ.Π.: Θα συνεχίσω να δουλεύω. Καμιά δεκαπενταριά, είκοσι συνεντεύξεις. Οχι όμως με αυτόν τον στημένο, τηλεοπτικό τρόπο. Θα είναι ιδιαίτερες συνεντεύξεις.
Δ.Δ.: Βραδινές;
Γ.Π.: Στη διάθεση του σταθμού. Ας τις κάνει ό,τι θέλει. Αλλά θα είναι ιδιαίτερες.
Δ.Δ.: Μία κάθε εβδομάδα;
Γ.Π.: Περίπου.
Δ.Δ.: Από του χρόνου;
Γ.Π.: Ναι. Είμαι σύμβουλος ενημερωτικών εκπομπών, θα είμαι στη διάθεση των εκπομπών αυτών για να μπορέσω να βοηθάω με την εμπειρία την οποία έχω. Θα πηγαίνω καμιά φορά και σε καμιά εκπομπή, θα πηγαίνω καμιά φορά και στο δελτίο ειδήσεων για να κάνω κανένα σχόλιο… Εντάξει…
Δ.Δ.: Αρα ο Παπαδάκης δεν φεύγει, μένει εδώ.
Γ.Π.: Να σου πω κάτι, Δημήτρη; Ανήκω στην κατηγορία των ανθρώπων της τηλεόρασης που δεν πιστεύουν ότι θα αφήσουν κενό φεύγοντας από αυτήν. Σε καμιά δεκαπενταριά-είκοσι μέρες από τη στιγμή που θα σταματήσω να βγαίνω στην εκπομπή, θα έχω ξεχαστεί. Και για μένα η τηλεόραση δεν είναι αυτοσκοπός.
Δ.Δ.: Με το κριτήριο το πολιτικό που έχεις, τι βλέπεις για τα επόμενα χρόνια;
Γ.Π.: Φοβερή κρίση του πολιτικού συστήματος. Δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι ο κόσμος έχει αρχίσει και ξεπερνάει τα κόμματα, δυστυχώς. Γιατί δεν τον εκφράζουν και δεν τον αντιπροσωπεύουν. Ψάχνεται ο κόσμος. Εχει περάσει εκείνη η εποχή που συμπεριφερόταν ο κόσμος όπως συμπεριφέρεται στο ποδόσφαιρο, που λέει ο άλλος «εγώ είμαι Ολυμπιακός και δεν πρόκειται να αλλάξω».
Δ.Δ.: Εσύ τι ομάδα είσαι;
Γ.Π.: Παναθηναϊκός.
Δ.Δ.: Α, κατεστραμμένος ποδοσφαιρικά.
Γ.Π.: Το ξέρω, το ξέρω.
Δ.Δ.: Κι εγώ το ίδιο, είμαι ΑΕΚ.
Γ.Π.: Στο ποδόσφαιρο δεν αλλάζεις ομάδα. Αλλά κόμμα αλλάζεις.
Δ.Δ.: Και ψάχνουν να βρουν κόμμα τώρα.
Γ.Π.: Ναι, γιατί έχουν περάσει από το ένα κόμμα στο άλλο. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι ψηφίσανε από Αριστερά μέχρι Δεξιά, από Δεξιά μέχρι Αριστερά, και νιώθουν ότι δεν τους εκφράζει και δεν τους αντιπροσωπεύει το πολιτικό σύστημα. Εδώ υπάρχει κι ένας άλλος κίνδυνος, η δημιουργία των αντισυστημικών κομμάτων.
Δ.Δ.: Δεν υπάρχει κανένα τέτοιο. Η Ζωή λέει ότι είναι αντισυστημική, αλλά δεν είναι.
Γ.Π.: Μέσα στο σύστημα είναι όλοι. Αλλά έχω την εντύπωση ότι τους δίνουμε την ευκαιρία να συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο. Τους κακομάθαμε.
Δ.Δ.: Ποιος θα είναι στη θέση σου μετά; Πες την είδηση, ρε μπαγάσα, αυτό που ζητάς κι εσύ στις εκπομπές σου.
Γ.Π.: Σου μιλάω ειλικρινά, ζήτησα από τον σταθμό να μη συμμετέχω στη διαδικασία αυτή. Να σου πω γιατί; Αν είχα στο μυαλό μου δέκα ανθρώπους και είχα τη δυνατότητα να επιβάλω τον έναν από τους δέκα, θα γινόμουν εχθρός με τους άλλους εννέα. Και μετά είναι και κάτι άλλο. «Κοίτα να δεις, ο π@@στης ο Παπαδάκης 34 χρόνια είχε στρογγυλοκαθίσει στη θέση αυτή, δεν άφηνε κανέναν να τον διαδεχτεί, ο ένας του ξίνιζε, ο άλλος τού μύριζε. Και τώρα που έφυγε, αυτός ρυθμίζει τις καταστάσεις και βάζει τον εκλεκτό του για να τον ελέγχει, το παλιοκάθαρμα, το καθίκι».

Επίλογος: Με μάτια βουρκωμένα
Και προτού φύγει, βλέπει μικρό μήνυμα στο κινητό του. Ηταν από τη χήρα του Κώστα Χαρδαβέλλα. Μου το διάβασε, αφού προηγουμένως πήρε έγκριση. Το διάβασε και τα μάτια του βούρκωσαν. Μοιάζει με μελό. Το είδα, το έζησα, το πίστεψα. Το μήνυμα έλεγε:
«Καλησπέρα, είμαι η Μαρία Χαρδαβέλλα (του Κώστα). Αυτές τις μέρες η απουσία του είναι ακόμη πιο έντονη. Αφενός γιατί θα ήθελα τόσο πολύ να ακούσω τα σχόλιά του για όσα γράφονται και λέγονται για σένα. Αφετέρου γιατί ξέρω καλά πως η δική σου η δημοσιογραφική πορεία ήταν η μόνη που ζήλευε. Ενιωσα την ανάγκη να στο γράψω μαζί με την ευχή η επόμενη μέρα σου να είναι πιο ευτυχισμένη και φωτεινή για εσένα και την Τίνα σου. Πολλά φιλιά από μένα και τον Κωνσταντίνο μας». Ο Κωνσταντίνος είναι ο γιος του ζεύγους Χαρδαβέλλα.
Του είπα: Ρε μπαγάσα, είσαι αξέχαστος”